ΑΡΙΜΟΥΛΑ
Θυμάμαι, αναλογίζομαι, επαναφέρω με τρυφερότητα τις μνήμες της παιδικής μου ηλικίας.
Τότε που ο αέρας μοσχοβόλαγε, που τα αγιοκλήματα και τα νυχτολούλουδα σκαρφάλωναν ευωδιάζοντας στις αυλές των πέτρινων σπιτιών του χωριού μου και οι παλαιοημερολογίτισσες
γιαγιάδες κάθονταν στα σκαμνάκια, κάτω απ' τις μουριές, αναμένοντας μια ακόμα επερχόμενη συντέλεια του κόσμου.
Εκεί γύρω στο ΄55-΄57 τα λιπόσαρκα μετεμφυλιακά πιτσιρίκια
πού’τρωγαν στις αυλές μια φέτα ψωμί πασαλειμμένη
με λάδι, ζάχαρη και τo άγιο χώμα του χωριού αλλά και το μόνιμο φόβο της
μάνας και της γιαγιάς για αδενοπάθεια που μεταφραζόταν σε μια κουταλιά της
σούπας μουρουνόλαδο, με τα αναπόφευκτα σπαραχτικά κλάματα.
Βλέπαμε τον μπαϊλντισμένο απ' τη σκληρή και ολοήμερη δουλειά πατέρα μας
μονάχα στο βραδινό λιτό και φτωχό τραπέζι, αγωνιώντας για μια ματιά συμπάθειας
και αισθανόμασταν άπειρη ευτυχία για ένα χάδι του, στα κομμένα με τη ψιλή
( για να μη πιάνουμε ψείρες) μαλλιά μας.
Αυτά τα χρόνια στα στερεοελλαδίτικα χωριά και συγκεκριμένα στην πόλη που
γεννήθηκα τη Στυλίδα, υπήρχε το έθιμο όταν βαπτιζόταν κάποιο μωρό να καθόμαστε
όλα τα πιτσιρίκια 5 έως και 15 χρονών, κάτω από τα σκαλιά της εκκλησίας κι
ο νονός μετά την βάπτιση να πετάει χούφτες νομίσματα. Πεντάρες, δεκάρες,
εικοσάρες, πενηνταράκια ,δραχμές κι ανάμεσά τους και κάνα δίφραγκο.
Άστραφταν με ασημένιες λάμψεις κάτω από το φως του ήλιου που έδυε, οι δεκάρες
πάνω στο πλακόστρωτο της εκκλησίας και τα’ αλάνια ένα σμάρι βουτούσαν
για να αρπάξουν όσες περισσότερες μπορούσαν.
Λάμψεις υποσχέσεων και οραμάτα γλειφιτζουριών, καραμελών στα κέρματα
και θριαμβικές λάμψεις στα μάτια των πιτσιρικιών όταν το κατάφερναν. Άμα τύχαινες
πάνω και σε κάνα δίφραγκο τότε αισθανόσουν σαν τον Σκρουτζ Μακ Ντάκ
πάνω από τη δεξαμενή του που ήταν γεμάτη με χρυσάφι και δολάρια. Ακριβώς
μετά ξεκινούσε η μεγάλη μάχη του τρεξίματος? ποιός απ' όλους θα’ φτανε πρώτος
στο σπίτι των γονιών όπου παππούδες και γιαγιάδες περίμεναν να πρωτακούσουν
από μας (δήθεν) το όνομα και να μας φιλέψουν με γλυκά και χρήματα κάποιες
φορές αν το σπιτικό ήταν πλούσιο.
Αριμούλα το’ λέγαν το έθιμο, να πετάει με τις χούφτες ο νονός τα κέρματα τότε
που η αγάπη, η συντροφικότητα, η κοινωνικότητα, η φιλία και το αθώο κουτσομπολιό
στα πεζούλια και στις ορθάνοιχτες πόρτες των χαμηλών σπιτιών που άφηναν
τον ήλιο να ζωγραφίζει με τις παιχνιδιάρικες σκιές στα φύλλα των κληματαριών,
υπήρχαν σαν δεδομένη και υπαρκτή σχέση ζωής γιατί ακόμα δεν είχαν αλλοτριωθεί και στεγνώσει οι ψυχές μας, κάπου ανάμεσα στις ατσαλένιες πόρτες ασφαλείας και τα συστήματα συναγερμών.
Αριμούλα το ’λεγαν το έθιμο τότε που τα χελιδόνια γέμιζαν τα κεραμίδια με τις
χτισμένες με λάσπη φωλίτσες τους, που για τις καλιακούδες άκουγες παράξενες
ιστορίες και τα λελέκια κροτάλιζαν πάνω στα καμπαναριά του Αι-Θανάση. Τότε
που τις νύχτες οι γιαγιάδες αφού πρώτα μας έλεγαν ένα παραμύθι για νεράιδες
εκπάγλου ωραιότητας, ώστε να πλανεύουν τους θνητούς "νεραϊδοπαρμένους" και
τα ξωτικά που χoρεύουν και παίζουν τα παράξενα μουσικά τους όργανα, λουσμένα
στο φεγγαρόφως, έχοντας στο τέλος των παραμυθιών ένα τρομαγμένο ύφος,
σκέπαζαν με το σεντόνι το κεφάλι μας, σταύρωναν το μαξιλάρι μας και με άπειρη
αγάπη στη φωνή τους μας έλεγαν: «γρήγορα κοιμήσου, θα περάσει ο Μπαμπούλας».
Αριμούλα το ‘λεγαν το έθιμο τότε που δεν είχαμε τρόικα, Διεθνές Νομισματικό
Ταμείο, μνημόνιο, 300 δισεκατομμύρια χρέη ,υπερχρεωμένο δημόσιο τομέα, συνταξιοδοτικό
και μέτρα που όμως όσα και να πάρουν ποτέ, η Ελλαδίτσα μας δεν
πρόκειται να ξαναγυρίσει στις φτωχές μέρες τις δεκαετίας του ΄50, αλλά και ποτέ
δεν πρόκειται ενδεχομένως, να ξαναζήσει εκείνες τις μέρες της ανθρωπιάς, της
αλληλοσυμπόνοιας και της αξιοσύνης.Τώρα βγήκαν οι σημερινοί «νονοί» της πολιτικής και σκόρπισαν κάτω από τα σκαλιά του κοινοβουλίου το δημόσιο χρήμα, ικανοποιώντας την δική τους μικρόνοη
αμοραλιστική και ψευδεπίγραφη ρουσφετολογική πολιτική και μάζεψαν "τα αλάνια" ο λαός, τις πενταρούλες, δεκαρούλες και εικοσαρούλες.
Άστραφταν οι δεκάρες κάτω από τεχνητούς ήλιους, με ασημένιες λάμψεις σαν
τα καθρεφτάκια τα χαϊμαλιά και τις χάντρες των Ισπανών Exploradores στους
ιθαγενείς, προσφέροντας στους Έλληνες το επίχρυσο και πλουμιστό όραμα μιας
συνεχούς ευημερίας, χωρίς σοβαρή εθνική προσπάθεια, επενδύσεις, εργατικότητα,
οικονομία και παραγωγικότητα.
Αρεμούλα, ή καλύτερα ρεμούλα το λένε το έθιμο τώρα που ξαναβγήκαν οι «νονοί
» της πολιτικής, αυτοί συγκεκριμένα που είναι συνυπεύθυνοι, στη διάρκεια των
πολιτικών τετραετών εναλλαγών, για τη σημερινή κατάσταση και ζητούν από τον
Έλληνα να πληρώσει και τη δική τους ρεμούλα. Να επιστρέψει σε ευρώ τις πεντάρες,
δεκάρες και εικοσάρες που πέταξαν στα πιτσιρίκια "το λαό" που περίμενε κάτω
από τα σκαλιά του κοινοβουλίου για την Αριμούλα .
ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΤΟΥΠΑΣ - ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΥ ΠΕΡΑΜΑΤΟΣ
Υ.Γ Ευχαριστώ εκ βάθους ψυχής την αγαπητή μου φίλη και πραγματική Αρχόντισσα της Στυλίδας, Ελένη Γραβάνη
που μου υπενθύμισε την ονομασία του εθίμου, καθώς είχα την πεποίθηση ότι το όνομα ήταν Αριμούρλια κι όχι Αριμούλα.
Σας ευχαριστώ
Με τιμή
ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΤΟΥΠΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ:
Τα μηνύματα που δημοσιεύονται στο χώρο αυτό εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους. Το STILIDA NEWS δεν υιοθετεί καθ' οιονδήποτε τρόπο τις απόψεις αυτές. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει την γνώμη του, όποια και να είναι αυτή.
Δεν πρόκειται να λογοκρίνεται κανένα σχόλιο που θα περιλαμβάνει καλοπροαίρετη κριτική ή θα διορθώνει κάποιο δικό μας σφάλμα.Τα συκοφαντικά, υβριστικά, απειλητικά, εκβιαστικά, ρατσιστικά ή κοινωνικού αποκλεισμού μηνύματα θα διαγράφονται.
ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ ΘΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΕΙ ΤΟ ΣΥΝΤΟΜΟΤΕΡΟ ΔΥΝΑΤΟ.
Απαντήσεις από τον διαχειριστή μόνο στα επώνυμα σχόλια.